2:46 πμ και τι να πω!!
Το γιασεμι που πριν απο δυο μερες φυτεψα κοντα στο φραχτη μοσχοβολησε καθως το μυρισα. Ευωδια!! Το τσιφτετελι που χορευανε μεσ' το κεφι τους, αλλοκοτοι χορευτες με τοση μαεστρια, στριφογυριζει ακομη στο μυαλο μου. Τι ειναι αυτο που σκεφτομουν καθως τους εβλεπα να χορευουν. Δεν υπαρχουν ορια. Ηλικιας! Το ματι μου, που λενε, ειχε πεσει για μια στιγμη, ελκωμενο απο την χαρη που εξεπεμπε, σε καποιον που τα ασπρα μαλλια του προδιναν την ηλικια του. Θα ηταν σαραντα η και πενηντα χρονων, αλλα μονο τα ασπρα μαλλια του, που διακρινονταν ακομη και απο την καπως μακρινη αποσταση, καθως και η καπως μεγαλουτσικη κοιλια του, προδιναν την ηλικια. Αλλα φευ, τιποτα απο ολα αυτα δεν προδικαζε το θεαμα, καθως και την αισθηση αρμονιας που ανεδινε καθως στροβιλιζονταν παθιασμενα, ατακα στον ρυθμο του τραγουδιου που απλοχερα σκορπουσαν τα μεγαφωνα, σπαζοντας την γαληνη, μεσ' την προσχαρη δροσια αυτης της νυχτας του Ιουλη.
Τα χερια του, στο υψος των ωμων του πετουσαν σε καθε μουσικο κελευσμα του τραγουδιστη. Αρμονια πληρης, νοτας και κινησης. Το κελαρισμα της φωνης ανεβαινε, το τεμπο στην κινηση χεριων, ποδιων κι ολοκληρου του σωματος πιστα ακολουθουσε. Η καθε στροφη της μελωδιας του τραγουδιου ακολουθουνταν απο ενα ταχυ, αναλαφρο, αερινο στροβιλισμα γυρω απο τον εαυτο του και παλι αργα, ραθυμα. Ηχος και κινηση πληρως εναρμονισμενα. Και η γλυκια μεθη απο την κρυα, γλυκοπιοτη μπυρα συμπληρωνε τους τονους. Τα συναρμολογουσε ολα μαζι. Εδινε το γλυκο της το νοημα. Δημιουργουσε αυτον τον απομακρο, αλοκοτο κοσμο.
Μια τοσο δα φευγαλεα στιγμη αποτυπωνοταν ανεξιτηλα μεσα στην μνημη, επισκιαζοντας με παρησσια τις μυριες στιγμες που βομβαρδισαν αδιακοπα την μνημη σ' ολη την διαρκεια της ημερας που εδυσε.
Και μηπως ηταν μονο αυτη η οπτασια. Παραπερα στην απλοχερη πλατεια και αλλοι προθυμοι χορευτες, συνεπαρμενοι απο την μουσικη, βαθεια μεσ' την μυσταγωγια ανεδιναν με τον δικο τους μοναδικο τροπο την ιδια ολοκληρωση, την ιδια χαρη.